Ο Καμποδυναμίτης Καλικάντζαρος τις μέρες των γιορτών κλέβει πορτοκάλια από τις πορτοκαλιές του Κάμπου. Τα πορτοκάλια αυτά τα δωρίζει σε φτωχές οικογένειες για να στολίσουν τα Χριστουγεννιάτικα δέντρα τους ή για να έχουν φαγητό για τις ημέρες των γιορτών.
Απ’ όλα τα στοιχειά της γης, απ’ όλα τα δαιμόνια Μα εμένα μου ‘ρθε έρωτας με τα περιβολάκια Έτσι είμ’ εγώ ο καψερός, δεινός κι αλλοπαρμένος
Το τρομερότερο είμ’ εγώ, δίχως καμιά συμπόνια (και φευ στην καταφρόνια;)
Το δέντρο της ζωής χαλώ, καθ’ όλην την εσπέραν
Καημό δεν έχω άλλον εγώ, παρά μονάχα ετούτον
Μέγα τσεκούρι να κρατώ και να βαρώ τοσούτον
Ολονυχτίς να κοπανώ, να πελεκώ με πείσμα
Το δέντρο καταγής να ‘ρθει, των Χριστουγέννων χρίσμα
Σαν έρθουν όμως οι γιορτές, για δώδεκα ημέρες
Αρχίζει το ξεφάντωμα, βαστάτε για φοβέρες
Οι καλικάντζαροι χιμούν, στον κόσμο ξαμολιούνται
Στ’ ανάθεμα τους στέλνουνε, όλοι τους καταριούνται
Άλλος στ’ αυγά τσαλαβουτεί, σκορπίζει το αλεύρι
Άλλος στο τζάκι ρίχνεται, τη θράκα ‘πα να εύρει
Κι ο τρίτος ‘πα και έρχεται, τη σκανταλιά γυρεύει
Μαράζι μέσα στην καρδιά, σαν το κακό ‘λοχεύει
Τις νεραντζιές, τις λεμονιές, του Κάμπου τα φρουτάκια
Τα μαγαρίζω αποσπερίς, των δέντρων τα καλούδια
Ωσάν να ήτανε θαρρείς δυσεύρετα λουλούδια
Άλλα τα γεύομαι εγώ, άλλα τα γεύονται άλλοι
Φτωχοί κι απόκληροι μαζί, πλουσίων παραζάλη
Έξω απ’ τις πόρτες τους περνώ, τα φρούτα ν’ αποθέσω
Αν μείνει κάποιος νηστικός, τα μάλα θα πονέσω
Κι όταν χορτάσουνε καλά, στο φουλ οι βιταμίνες
Και καρδαμώσουνε πολύ, με όλες πια τις ίνες
Να τα στολίσουνε μπορούν, στα δέντρα να τα βάλουν
Κει που λαμπιόνια λείπουνε, κει που φωτάκια σφάλλουν
Δέντρο σωστό να φτιάξουνε, μην τους γελούν οι άλλοι
Γειτόνοι και περαστικοί, σκοτούρα στο κεφάλι
Απόκοτος και φοβερός ομού, έκλυτος, φρενιασμένος
Αγκάθι είμαι των θνητών, ο μέγιστος αλήτης.
Είμαι του Κάμπου ο άρχοντας, ο ΚΑΜΠΟΔΥΝΑΜΙΤΗΣ!
Κατασκευή: εκπαιδευτικός Μαυρομάτη Αγαθή, μαζί με τους μαθητές των τμημάτων Α1 και Α2